Η Γ´ Κυριακή των Νηστειών τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστής έχει καθιερωθεί ως ημέρα Σταυροπροσκυνήσεως, δηλαδή ως κατεξοχήν ημέρα προσκυνήσεως του Τιμίου Σταυρού.
Η εορτή αυτή στο μέσον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής θεσπίστηκε από τους Πατέρες της Εκκλησίας μας για τον εξής λόγο:
Όπως στο μέσον κάθε κοπιαστικού έργου ο άνθρωπος αισθάνεται καταβεβλημένος και χρειάζεται να πάρει δυνάμεις, για να μπορέσει να συνεχίσει, και όπως ένας οδοιπόρος που περπατάει μέσα στον καύσωνα, χρειάζεται στο μέσον του δρόμου του να βρει ένα μεγάλο δένδρο με πλούσια σκιά, για να καθίσει από κάτω και να ξαποστάσει, για να μπορέσει κατόπιν να συνεχίσει δυναμωμένος το δρόμο του, έτσι συμβαίνει και σε μας που διανύουμε την περίοδο των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Χρειάζεται στο μέσον της περιόδου αυτής που αισθανόμαστε κουρασμένοι από τη νηστεία και τον πνευματικό μας αγώνα να πάρουμε δύναμη και κουράγιο, ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε.
Γι’ αυτό η Εκκλησία μας προβάλλει την Κυριακή αυτή τον Τίμιο Σταυρό του Χριστού, για να τον ασπασθούμε με ευλάβεια και να πάρουμε από τον Εσταυρωμένο Κύριο Χάρη και Δύναμη, ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τον αγώνα της νηστείας, μέχρι να φτάσουμε στα Άγια Πάθη και την Ανάσταση του Κυρίου μας.
Γι’ αυτό και με το ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής αυτής ο Χριστός μας προσκαλεί να σηκώσουμε ο καθένας το δικό του σταυρό, το σταυρό των καθημερινών δοκιμασιών και δυσκολιών, και να τον ακολουθήσουμε πιστά στο δρόμο του προς το Γολγοθά, για να μπορέσουμε να ζήσουμε μαζί του τη δόξα της Αναστάσεως.
«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι». Όποιος θέλει δηλ. να γίνει μαθητής μου, πρέπει να απαρνηθεί τον αμαρτωλό εαυτό του και να σηκώσει στους ώμους του το σταυρό των δικών του δοκιμασιών και θλίψεων και να με ακολουθήσει.
Το να ακολουθήσουμε το Χριστό δεν σημαίνει μόνο συμμετοχή στο πάθος, αλλά και στη δόξα της Αναστάσεώς Του.